“Ψηλά τα χέρια, ληστεία”, φώναξε ο ξανθός άνδρας που συνοδευόμενος από ένα δεύτερο άτομο, μόλις είχε μπει σε κοσμηματοπωλείο της Ρώμης. Ο ιδιοκτήτης, χωρίς δεύτερη σκέψη, γύρισε προς το μέρος του και με προτεταμένο το όπλο του, πυροβόλησε και τον σκότωσε…
Ήταν μόλις 29 ετών όταν συνέβη αυτό το τραγικό περιστατικό, έχοντας κάνει ήδη μια σπουδαία καριέρα, κατακτώντας μάλιστα στο ιστορικό για τους «λατσιάλι» πρωτάθλημα του 1974, το πρώτο που είχαν πανηγυρίσει ποτέ, ενώ βρισκόταν και στο ρόστερ της «σκουάντρα ατζούρα» που είχε ταξιδέψει στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974, χωρίς πάντως να αγωνιστεί στα γήπεδα της Γερμανίας, όπου τα «πάντσερ» (Δυτική Γερμανία τότε) στέφθηκαν πρωταθλητές κόσμου.
Γεννημένος το 1948, ο Τσεκόνι είχε παίξει σε Προ Πάτρια και Φότζια, πριν πάρει μεταγραφή για την Λάτσιο το 1972. Ήδη θεωρείτο ένας από τους πιο δουλευταράδες χαφ στη χώρα, ιδιαίτερα εξελίξιμος και λόγω του παρουσιαστικό του, δεν άργησε να γίνει ο «ξανθός άγγελος» της ομάδας, όπως τον αποκαλούσαν οι οπαδοί.
Παράλληλα, διάφοροι επισημαίνουν ότι η σχέση αγάπης που είχε αναπτυχθεί μεταξύ του Τσεκόνι και του σκληρού πυρήνα της εξέδρας του «Ολίμπικο» δεν οφειλόταν μόνο στις ποδοσφαιρικές αρετές και ικανότητές του, αλλά και στο γεγονός ότι μοιράζονταν κοινές ιδέες για την πολιτική. Για να το πούμε ξεκάθαρα, πολλοί ήταν εκείνοι που υποστήριζαν πως είχε ακραίες απόψεις και υπήρξε φίλα προσκείμενος στον φασισμό.
Αυτή πάντως δεν ήταν η μόνη φήμη που τον συντρόφευε. Όσοι τον γνώριζαν, έκαναν λόγο για έναν άνθρωπο με πηγαίο χιούμορ, που ήταν η «ψυχή» των αποδυτηρίων, σκαρώνοντας διαρκώς φάρσες στους συμπαίκτες του.
Θέλοντας να τρομάξει έναν από αυτούς, τον Πιέρο Γκεντίν, εκείνο το απόγευμα της 18ης Ιανουαρίου 1977, αποφάσισε να κάνει το μοιραίο αστείο. Ο κοσμηματοπώλης, Μπρούνο Ταμποκίνι, δεν πρόλαβε να αναγνωρίσει κανέναν από τους δύο. Πυροβόλησε και είδε τον Τσεκόνι να σωριάζεται αιμόφυρτος στο έδαφος. Οι τελευταίες λέξεις του, λίγο πριν ξεψυχήσει, ήταν: «έκανα πλάκα»…